Πλατεία Ησαΐα της Άμφισσας: Τι είχε σχεδιαστεί να γίνει. Τι έγινε τελικά… (του Θανάση Παναγιωτόπουλου)

Αφορμή για το άρθρο αποτελεί η δραματική και ταχύτατη εξέλιξη της παγκόσμιας κλιματικής κρίσης, που αποτυπώνεται ανάγλυφα στον συνεχόμενο καύσωνα, τον οποίον ζήσαμε στην χώρα μας επί πολλές εβδομάδες το φετινό καλοκαίρι. Ουδείς πλέον σοβαρός επιστήμονας αμφισβητεί το φαινόμενο, που έχει εμφανείς αρνητικές επιπτώσεις στην καθημερινότητά μας και θα έχει δυστυχώς ακόμη δριμύτερες στο μέλλον μας.

Όταν, ως δημοτική αρχή τα έτη 2014-2019, σχεδιάσαμε την παρέμβαση στην πλατεία Ησαΐα της Άμφισσας, το κίνητρό μας ήταν κυρίως η βιοκλιματική αναβάθμισή της. Με δεδομένο ότι κατοικούμε σε μία αρκετά ζεστή πόλη και με το επίσης δεδομένο ότι η πλατεία αυτή, κατά την κοινή εμπειρία, αποτελεί ένα ιδιαίτερα θερμό σημείο εξαιτίας της διαμόρφωσης και της θέσης της, κρίναμε ότι πρέπει να παρέμβουμε ώστε να βελτιώσουμε τα μικρο-κλιματικά χαρακτηριστικά της.

Η φωτο-ρεαλιστική εικόνα που παραθέτω, αποτελεί μια ενδεικτική γενική άποψη από τον δικό μας σχεδιασμό της πλατείας. Επρόκειτο για μια ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική μελέτη της διακεκριμένης αρχιτέκτονος (και συμπατριώτισσάς μας) Γιώτας Τσεκούρα.

Θα ήταν μια ουσιαστική βιοκλιματική ανάπλαση και ταυτόχρονα η υλοποίηση μιας εμπνευσμένης αρχιτεκτονικής σύλληψης. Η παρέμβαση ενσωμάτωνε τα κύρια ιστορικά χαρακτηριστικά διαμόρφωσης της κεντρικής πλατείας της πόλης (μνημείο, θέση σιντριβανιού, παλιά παρτέρια, όλα τα υφιστάμενα δέντρα κ.λπ.), αυξάνοντας ταυτόχρονα κατά πολύ το πράσινο, την φύτευση και το υδάτινο στοιχείο.

Επιπλέον προσέθετε νέα όμορφα και χρήσιμα λειτουργικά στοιχεία, όπως η σχετική επιπέδωσή της με τους ευρείς αναβαθμούς από τη νότια πλευρά, η κατασκευή μόνιμης εξέδρας εκδηλώσεων (καλαίσθητης και ασφαλούς), καθώς και οι ομοιόμορφες ξύλινες πέργκολες προς χρήση των καταστημάτων.

Είχαν προηγηθεί συζητήσεις ετών και προσχέδια πολλών ακόμη αρχιτεκτονικών ομάδων, εξαιρετικού ενδιαφέροντος. Η τελική αρχιτεκτονική μελέτη ολοκληρώθηκε με μεγάλη επιμέλεια τα έτη 2017-2018 και εν συνεχεία επιλέξαμε να περάσει ένα ουσιαστικό στάδιο δημόσιας και αναλυτικής διαβούλευσης με τους τοπικούς φορείς και την κοινωνία.

Έπειτα καταφέραμε να εντάξουμε το έργο (τον Δεκέμβριο του 2018) σε χρηματοδότηση από το «Πράσινο Ταμείο», προχωρώντας ταυτόχρονα τις διαδικασίες αδειοδότησής του (Υπουργείο Πολιτισμού, Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, Επιτροπή Αρχιτεκτονικού Ελέγχου κ.λπ.).

Το «Πράσινο Ταμείο» υποδέχτηκε τότε την πρότασή μας μετ’ επαίνων (γιατί ήταν μια αληθινή «βιοκλιματική αναβάθμιση») και ουσιαστικά το έργο αυτό (μελετημένο, αδειοδοτημένο και με εξασφαλισμένη χρηματοδότηση) ήταν ήδη από το καλοκαίρι του 2019 σχεδόν έτοιμο να δημοπρατηθεί. Στόχος μας ήταν να ολοκληρώνονταν οι τελευταίες διαδικαστικές λεπτομέρειες και να προχωρούσαν τα της δημοπράτησης, ώστε το έργο να κατασκευαζόταν μέσα στην χειμερινή περίοδο 2020-2021.

Η σημερινή όμως δημοτική αρχή επέλεξε έξαφνα, την τελευταία στιγμή (Οκτώβριος 2019), να αλλάξει το αρχιτεκτονικό σχέδιο της πλατείας. Ουδέποτε ωστόσο παρουσίασε δημόσια τι ακριβώς είχε σχεδιάσει. Ουδέποτε πραγματοποίησε την παραμικρή διαβούλευση με την κοινωνία. Ούτε καν το Δημοτικό Συμβούλιο δεν έλαβε γνώση των νέων σχεδίων, αν και ζητήθηκε από εμάς μετ’ επιτάσεως.

Είναι προφανές ότι η (νέα τότε) δημοτική αρχή ήθελε πολύ απλά «να βάλει την πινελιά της», ώστε να διεκδικεί μέρος από την πατρότητα του έργου, κατά τα ειωθότα…

Πρόσφατα, στην φάση της υλοποίησης του έργου (που ήρθε βέβαια με χαρακτηριστική καθυστέρηση), διαπιστώσαμε ότι από το νέο «σχεδιασμό» της πλατείας απουσίαζε (κυριολεκτικά) κάθε αρχιτεκτονικό σχέδιο. Μια μονοσέλιδη γενική αποτύπωση, χωρίς κανένα ουσιαστικό στοιχείο, είναι αυτό που έχει χαρακτηριστεί στην νέα μελέτη ως αρχιτεκτονικό σχέδιο… Επίσης απουσίαζε παντελώς η μελέτη φύτευσης (μελέτη πρασίνου).

Το αποτέλεσμα που τελικά προέκυψε (όπως το βλέπουμε σήμερα όλοι μας) δυστυχώς δεν δικαιώνει τις προσδοκίες της πόλης για την ανάπλαση της κεντρικής της πλατείας, που θα την χαρακτηρίζει και θα την συνοδεύει για αρκετές δεκαετίες στο μέλλον.

Κυρίως δε είναι εμφανέστατο ότι καμία βιοκλιματική αναβάθμιση δεν επιτεύχθηκε. Η αύξηση των «σκληρών» επιφανειών, η μείωση της επιφάνειας του πρασίνου και των δέντρων, η έλλειψη πρόβλεψης για την επαύξηση του υδάτινου στοιχείου κ.λπ., δυστυχώς οδηγούν στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που είχε αρχικά σχεδιαστεί.

Αναρωτιέμαι ειλικρινά (αν και στην Ελλάδα τίποτα πλέον δεν μας κάνει εντύπωση…) πώς επέτρεψαν με τόση ευκολία οι διάφορες αδειοδοτούσες Αρχές και Υπηρεσίες, να αντικατασταθεί μια πλήρης και πολύ αξιόλογη αρχιτεκτονική μελέτη σ’ ένα ώριμο έργο (αδειοδοτημένο και χρηματοδοτημένο), με αυτήν την ελλιπέστατη και εμφανώς πρόχειρη προσέγγιση, που στερείται αρχιτεκτονικής έμπνευσης και περιβαλλοντικής στόχευσης.

Εν ολίγοις, μια ακόμη μεγάλη ευκαιρία για τον τόπο μας χάθηκε! Το δίδαγμα είναι ότι οι δημοτικές αρχές δεν επιτρέπεται να λειτουργούν αποδομητικά. Τα σωστά έργα απαιτούν μεγαλύτερο χρόνο για την προετοιμασία, παρά για την υλοποίησή τους. Είναι κρίμα να «καταργούμε» εν μια νυκτί ώριμες και καλά μελετημένες παρεμβάσεις, που απαίτησαν προετοιμασία ετών, χωρίς τουλάχιστον να έχουμε σχεδιάσει κάτι αναλόγου επιπέδου.

Αθανάσιος Ηλ. Παναγιωτόπουλος
Δημοτικός Σύμβουλος Δ.Ε. Άμφισσας
πρώην Δήμαρχος Δελφών